Τα Έπη είναι γραμμένα με τέτοιον τρόπο, ώστε η θυσία να είναι γλυκιά και με μία αίσθηση ηρωισμού που να μη δημιουργεί τρόμο. Ωθούν τον αναγνώστη ν’ αγαπά, να θαυμάζει τον Αχιλλέα και να ταυτίζεται μ’ αυτόν. Αυτό γίνεται πολύ εύκολα όταν το άτομο ζει σε μία κοινωνία οργανωμένη και συχνά του ζητούνται παραπάνω από όσα θέλει να δώσει.
Ο Αχιλλέας σηκώνει το σπαθί του εναντίον του αρχηγού του κι εκείνη την ώρα το σηκώνουν όλοι οι Έλληνες, που αντιλαμβάνονται την κλοπή του συστήματος. Ο Αχιλλέας είναι το τραγικό πρόσωπο της Ιλιάδας, αλλά όλοι ταυτίζονται μαζί του. Είναι τόσο τέλεια γραμμένα τα Έπη, που, ενώ οι άνθρωποι συνήθως ταυτίζονται με το νικητή ηγέτη, στο έργο αυτό ταυτίζονται με το νεκρό ήρωα. Ξέρουν από την αρχή ότι ο Αχιλλέας σκοτώνεται και σκιρτάει η καρδιά τους κάθε φορά που διαβάζουν τους λόγους του εναντίον του Αγαμέμνονα, εναντίον της εξουσίας, εναντίον του συστήματος. Σκιρτάει η καρδιά των Ελλήνων, όταν ο αγαπημένος τους ήρωας απειλεί να γκρεμίσει μόνος του —κι αυτό έχει σημασία— τις πύλες της Τροίας. Απειλεί Θεούς και δαίμονες και δε διστάζει να απειλήσει και τον Απόλλωνα, τον τρομερότερο των Θεών, που τον φοβούνται ακόμα κι οι Θεοί.
Αυτό είναι και το αποκορύφωμα του έργου, η απαρχή της θυσίας. Οι Έλληνες ταυτίζονται μ’ έναν ήρωα άφοβο για τον οποίο ξέρουν, όπως κι ο ίδιος ξέρει ότι θα νικηθεί από τον Υιό τού μεγάλου Θεού και δε φοβούνται το θάνατο. Ο θάνατος για τον Έλληνα είναι απειροελάχιστο κόστος για μία τέτοια στιγμή μεγαλείου κι αποθέωσης. Εδώ είναι το σπέρμα που δόθηκε από το Θεό κι έδειξε στους Έλληνες το δρόμο της δημοκρατίας. Σε ένα αυστηρό σύστημα πάντα θα βρεθεί ένας άνθρωπος να σηκώσει το ανάστημά του εναντίον της αδικίας και της εξουσίας. Η διαφορά όμως με τους άλλους λαούς είναι ότι θα τον εγκαταλείψουν στην τύχη του, θα τον αφήσουν να θυσιαστεί μόνος του, ενώ οι Έλληνες μ’ αυτήν την παιδεία θα ταυτιστούν με το μοναχικό άνθρωπο και θα του δώσουν τη δύναμή τους.
[...] Στην κοινωνία που είναι οργανωμένη, πάντα υπάρχουν άνθρωποι όπως ο Αγαμέμνονας, ο Αχιλλέας, ο Οδυσσέας, αλλά κι ο Θερσίτης. Όλοι αυτοί έχουν το ρόλο τους στην επίτευξη του στόχου. Όλοι προσπαθούν, ο καθένας με τον τρόπο του. Όμως αυτό που μένει από την Ιλιάδα είναι ότι σ’ έναν αγώνα στον οποίο είναι αρχηγός ο Αγαμέμνονας, αγαπημένος ήρωας και τραγικό πρόσωπο είναι ο Αχιλλέας κι αυτός που δίνει στο τέλος τη νίκη είναι ο πανέξυπνος Οδυσσέας. Επειδή ακριβώς δεν υπάρχει θεϊκή επέμβαση άμεση, όλοι, εφόσον κάθονται στα συμβούλια, έχουν τη δική τους άποψη και κρίνονται. Δεν υπάρχει το απόλυτα σωστό που το γνωρίζει κάποιος. Όλοι προσπαθούν σύμφωνα με τις δυνατότητές τους. Ο Οδυσσέας χαίρει της εκτίμησης όλων, χωρίς να μειονεκτεί σε γενναιότητα, λόγω της εξυπνάδας του. Από τον πρώτο μέχρι και τον τελευταίο που συμμετέχει στην εκστρατεία, όλοι έχουν την ίδια άποψη για τον ήρωα. Στην κοινωνία της Βαβυλώνας ο βασιλιάς κι ο πρώτος της ιεραρχίας αξιωματικά είναι ο πιο έξυπνος κι ο πιο γενναίος. Ο Οδυσσέας χάνεται σ’ αυτήν την κοινωνία μέσα στα παρασκήνια, όπου συσκέπτονται οι μυστικοσύμβουλοι για να τιμάται ο βασιλιάς. Η Ιλιάδα μπορεί να βρίσκεται σ’ επίπεδο βασιλέων, αλλά κι εκεί υπάρχει ιεραρχία που, όταν καταπατάται αποφέροντας κέρδη, δείχνει το δρόμο προς την ελευθερία. Στην Ιλιάδα ο καθένας απολαμβάνει τις τιμές που του αντιστοιχούν, κανένας δεν μπορεί να κλέψει τη δόξα του άλλου.
Εδώ ακριβώς δημιουργείται και η κύρια διαφορά μεταξύ Ιουδαίων και Ελλήνων. Οι Έλληνες δεν μπορούν να κρατήσουν πνευματικά δικαιώματα για να κυβερνήσουν τους υπόλοιπους. Δεν μπορούν να δημιουργήσουν κοινωνία τύπου Βαβυλώνας. Είναι πάντα σε κατάσταση αμφισβήτησης. Ο Αγαμέμνονας δεν μπορεί να γίνει ούτε Φαραώ ούτε Ναβουχοδονόσωρ. Κάθε φορά που ένας Έλληνας ηγέτης, από τον Περικλή μέχρι σήμερα, υπερβαίνει την εξουσία, που είναι ανεκτή, οι υπόλοιποι θυμούνται τον Αχιλλέα. Όταν η παιδεία, που αποτυπώνεται στα κύτταρα του ανθρώπου, υποδεικνύει ότι κανένας δεν είναι αλάνθαστος, τότε αυτή η ίδια δημιουργεί χαρακτηριστικά. Αυτός είναι κι ο λόγος που ο λαός αυτός δεν έχτισε αυτοκρατορίες, παρά μόνον την πιο λαμπρή πόλη στον κόσμο.
Αν η Ιλιάδα χαρακτηρίζει την κοινωνία που συνθέτουν οι Έλληνες, η Οδύσσεια χαρακτηρίζει την προσωπική τους ζωή. Στην Οδύσσεια περιγράφεται η περιπέτεια ενός πανέξυπνου ανθρώπου, μέχρι να γυρίζει πίσω στην πατρίδα του. Οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει είναι τεράστιες κι ενώ ξεκινά μ’ ένα πλήθος συντρόφων και συμπολεμιστών επιστρέφει πίσω μόνος. Οι υπεράνθρωπες προσπάθειες του ήρωα να ξεπεράσει τρομερά εμπόδια που βρίσκονται στο δρόμο του και η τελική του μοναχική νίκη έχουν κι αυτές το νόημά τους στη διαμόρφωση του χαρακτήρα του ανθρώπου. Ο Οδυσσέας σε καμία φάση του έργου δεν ξεφεύγει από την ανθρώπινη φύση του. Βρίσκεται συνέχεια μέσα στον κίνδυνο κι είναι επικεφαλής συντρόφων. Δεν είναι ο Μωυσής στον οποίο θα του δοθεί η γνώση για να οδηγήσει τους συντρόφους του πίσω στην πατρίδα. Είναι άνθρωπος απλός, με την ίδια άνεση που κάνει το σωστό κάνει και το λάθος. Αγαπάει βαθύτατα τους Θεούς κι αυτοί του ανταποδίδουν αυτήν την αγάπη. Ο συνεχής κίνδυνος μέσα στον οποίο ζει αυτός κι οι σύντροφοί του τούς κάνει να σκέφτονται συνεχώς κι όλοι μαζί για να βρουν λύσεις.
Σε άλλη περίπτωση ο πανέξυπνος Οδυσσέας θα επισκίαζε τους συντρόφους και θα υπήρχε περίπτωση να κρατήσει πνευματικά δικαιώματα. Πώς όμως να κρατήσει πνευματικά δικαιώματα κάποιος, που δεν έχει εξασφαλίσει ούτε καν τη δική του επιβίωση; Όταν παίρνει αποφάσεις που έχουν κόστος σε ζωές δεν μπορεί να διεκδικεί το αλάθητο όσο έξυπνος κι αν είναι. Μία από τις επόμενες φορές θα μπορούσε να ήταν και η δική του σειρά. Ό,τι σκέφτεται, το προφέρει στους συντρόφους του κι αυτοί με τη σειρά τους κάνουν το ίδιο. Σ’ ολόκληρο το έργο δύο φορές του δόθηκε ασφαλής γνώση μέσω των Θεών, ώστε να γυρίσει πίσω ασφαλής με τους συντρόφους του. Εδώ ακριβώς είναι η τραγική ειρωνεία. Με εξασφαλισμένη γνώση, έστω κι αν αυτή αποφέρει πνευματικά δικαιώματα, οι σύντροφοί του τόν πρόδωσαν. Ό,τι καλλιεργείται μέσω των Επών, για να δοθεί στους Έλληνες ως δώρο, αυτό τους πρόδωσε. Το τέλος του Έπους είναι κι αυτό εξίσου σημαντικό για τη διαμόρφωση του χαρακτήρα του ανθρώπου. Ο μεγάλος Οδυσσέας επιστρέφει μόνος του. Μέσα από δοκιμασίες και βάσανα επιστρέφει κουρασμένος, λυπημένος και προπάντων ανθρώπινος. Ακόμα κι όταν έχει επιστρέψει, τίποτε δε γίνεται εύκολα και χρειάζεται αγώνας.
Η τελική νίκη του Οδυσσέα είναι η ελπίδα που προσφέρει ο Θεός στον άνθρωπο. Ο Οδυσσέας επέστρεψε, αφού κατέβαλε όλες τις δυνατές προσπάθειες ως άνθρωπος, αλλά μόνο μετά από θεϊκή επέμβαση. Αυτή η επέμβαση δε γίνεται υπό μορφή θαύματος με το οποίο ο Οδυσσέας από τη μία στιγμή στην άλλη επιστρέφει νικητής και δοξασμένος. Η επέμβαση προσφέρει διέξοδο.. και πάλι θα πρέπει να εξαντλήσει τις δυνατότητές του για να την εκμεταλλευτεί. Ακόμα και μετά την απόφαση των Θεών για την επιστροφή του, δεν είναι λίγες οι φορές που λύγισαν τα γόνατά του από το φόβο και την απελπισία. Οι Θεοί για τον Οδυσσέα παίρνουν θετικές αποφάσεις, αλλά αυτές οι αποφάσεις βοηθούν μόνο στην περίπτωση στην οποία θα βρει το κουράγιο να συνεχίσει.
Όλα αυτά τα στοιχεία που δίνει η Οδύσσεια, ως παιδαγωγικό μέσο ενός συστήματος, ωθούν τον άνθρωπο σε αναζήτηση προσωπικής ελευθερίας. Το σύστημα μπορεί να απαιτεί συλλογική προσπάθεια για να κατακτήσει αυτό που επιδιώκει, αλλά ο άνθρωπος μαθαίνει ότι αυτό που θα τον βοηθήσει είναι το προσωπικό του κουράγιο και η αλύγιστη θέληση. Ο Θεός δε φτιάχνει ανάμεσα στους Έλληνες εκλεκτούς, που παίρνουν άπειρη δόξα εξαιτίας Του. Οι αγαπημένοι Του είναι βασανισμένοι και μοναχικοί. Ό,τι δημιουργούν είναι δικό τους έργο, απλά η θεία πρόνοια τους βοηθά να σταθούν στα δικά τους ανθρώπινα πόδια, που τόσο εύκολα λυγίζουν. Έργο του Θεού είναι ένας λαός, που μάτωσε μέσα στην προσπάθειά του ν’ ανακαλύψει τον άνθρωπο που κρύβεται μέσα στις δομές. Όταν όλα αυτά περνούν μέσα στην ψυχή τού ανθρώπου κι ειδικά του νέου ανθρώπου, δεν μπορεί το σύστημα να είναι σκληρό κι άδικο. Αυτά δικαιολογούνται μόνο σε συστήματα τύπου Βαβυλώνας, όπου το άβουλο ον υποτίθεται πως δε γνωρίζει, ενώ ο εκλεκτός γνωρίζει τα πάντα. Εκεί πρέπει να σκύψει ο άνθρωπος το κεφάλι γιατί μαθαίνει ότι το γενικό καλό απαιτεί θυσίες τις οποίες γνωρίζουν καλύτερα οι εκλεκτοί.
Τα δύο Έπη δημιουργούν ανθρώπους που στην κοινωνική τους δραστηριότητα και στην καλύτερή τους στιγμή θ’ αγωνιστούν για την κατάκτηση του Ιλίου, ενώ στην προσωπική τους ζωή τα πάντα εξαρτώνται από τους ίδιους. Τα λάθη που θα πληρώσουν στην πλειοψηφία τους είναι δικά τους λάθη κι αυτό είναι που πρέπει να κατανοήσουν. Οι Θεοί δεν τιμωρούν με τους ανθρώπινους κανόνες. Δίνουν συμβουλές για να βοηθήσουν τον άνθρωπο και η καταπάτηση αυτών των συμβουλών είναι η πηγή των κακών. Όλα τα παραπάνω δείχνουν, χωρίς να είναι ιδιαίτερα αναλυτικά, γιατί οι Έλληνες δεν μπορούν κι ούτε θέλουν να κρατήσουν πνευματικά δικαιώματα.
Εξίσου σημαντικό μ’ αυτό είναι κι ένα άλλο στοιχείο, που δίνεται μέσω των Επών. Αυτό είναι ο έρωτας. Σ’ ένα έργο του οποίου η πλοκή έχει να κάνει μ’ έναν ανθρωποφάγο πόλεμο και βασιλιάδες γεμάτους δόξα και σοφία, κυριαρχεί ο έρωτας. Οι Θεοί ερωτεύονται και παιδιά αυτού του έρωτα είναι υπέρλαμπροι ήρωες ή πεντάμορφες νέες. Οι Θεοί με αυτόν τον τρόπο υποδεικνύουν στους θνητούς να αναζητούν τον έρωτα. Δεν υπάρχουν παιδιά μοιχείας, υπάρχουν μόνον παιδιά αγάπης, που κληρονομούν θεϊκά χαρακτηριστικά. Ο πόλεμος της Τροίας γίνεται αποκλειστικά για τον έρωτα. Ο Πάρης — αρνητικός ήρωας για τους Έλληνες, εφόσον είναι αντίπαλος — δεν είναι ούτε μπορεί να γίνει μισητός. Πώς μπορεί ένας Έλληνας, που κατανοεί τους έρωτες των Θεών, να μισήσει έναν άνθρωπο που έπεσε κι αυτός θύμα του έρωτα; Του δόθηκαν βασίλεια, του δόθηκε σοφία κι αντρειοσύνη, αλλά αυτός προτίμησε τον έρωτα. Αυτός είναι, που δείχνει στους ανθρώπους τι ακριβώς είναι να είσαι Θεός. Τα βασίλεια για τον Πάρη έχουν έγνοιες και σκοτούρες. Η θεϊκή ομορφιά όμως, όταν είναι δίπλα στον άνθρωπο, είναι ευτυχία. Η ευτυχία μέσω του έρωτα είναι η Θέωση για τον άνθρωπο.
Ο έρωτας παρουσιάζεται ανίκητος μέσα στα Έπη. Ο Αχιλλέας, μόνον εξαιτίας του έρωτα, απέχει των μαχών. Ο Αγαμέμνονας, εξαιτίας της στέρησης του δικού του έρωτα, κάνει υπέρβαση εξουσίας. Ο Οδυσσέας εγκαταλείπει θεές, που του υπόσχονται αιώνια δόξα κι αθανασία, για τον έρωτά του. Όλα αυτά, βέβαια, για τον έρωτα που είναι καθαρός και δεν προδίδεται. Η ιστορία της Ελένης είναι μία ιστορία γυναίκας που βρήκε έναν άλλο έρωτα κι αυτό βέβαια δεν είναι έγκλημα, απλά η κοινωνία ήταν πολύ καθυστερημένη, για να δεχτεί το δικαίωμα αυτό σε μία γυναίκα. Η πατριαρχία είναι η δεδομένη κατάσταση στην ελληνική κοινωνία κι απ’ αυτό μπορεί κάποιος να καταλάβει ποιοι έχουν το δικαίωμα στη Θέωση μέσω του έρωτα. Η θέση της γυναίκας είναι ισχνή σ’ ό,τι αφορά τα δικαιώματά της. Οι επιλογές της είναι πάντα σε προκαθορισμένα όρια. Είναι άτιμη και προσβάλλει τους ανθρώπους, όταν κι αυτή ως άνθρωπος αποφασίζει για την προσωπική της ευχαρίστηση και είναι τίμια κι ενάρετη όταν είναι μία σύζυγος, που μεγαλώνει τα παιδιά της ανεχόμενη τους έρωτες του άντρα της. Αυτή είναι η κατάσταση που επικρατεί στην Ιλιάδα και στην κοινωνία που περιγράφει κατά την έναρξη του πολέμου.
Όμως η Ιλιάδα δεν έχει στόχο να διαπαιδαγωγήσει μόνον τους άντρες και να τους μάθει πώς πρέπει να λειτουργούν μέσα σ’ ένα σύνολο και να πετυχαίνουν τους στόχους τους. Τους μαθαίνει και τι σημαίνει έρωτας και πού μπορεί να φτάσει ένας άνθρωπος, που δε σέβεται τους κανόνες του. Η Ελένη δεν κοιμήθηκε πρόστυχα μ’ ένα φιλοξενούμενο του άντρα της. Ερωτεύτηκε ένα όμορφο βασιλόπουλο. Πέρασε χίλιες σκέψεις μέσα από το μυαλό της για να αντισταθεί. Μία γυναίκα που ζει σε μία αντροκρατούμενη κοινωνία βασανίζεται πολύ για να πάρει μία τέτοια απόφαση. Αμύνθηκε, όσο μπορεί ν’ αμυνθεί άνθρωπος στον έρωτα. Όμως ο Μενέλαος πού ήταν; Εκείνη την ώρα έπρεπε να είναι δίπλα της και να τη στηρίξει. Αυτός όμως υπήρξε ένας τυπικός σύζυγος, που αντιλαμβάνεται τη γυναίκα του ως κτήμα του και που πάντα τη βρίσκει εκεί όπου την αφήνει.. αυτό όμως δε συνέβη αυτήν τη φορά. Ο Μενέλαος κι ο κάθε άντρας όταν είναι ερωτευμένος, δεν αφήνει το ταίρι του ούτε για μία στιγμή. Αυτός είναι ο έρωτας, μία συνεχής δυναμική κατάσταση. Όταν κάποιος δεν μπορεί ή δε θέλει να ακολουθεί τους κανόνες του, δεν μπορεί να έχει κι απαιτήσεις. Όμως οι απαιτήσεις υπάρχουν γιατί υπάρχει ο θεσμός του γάμου. Από εδώ ξεκινά ο Τρωικός πόλεμος.
Η Ελένη δεν έχει δικαίωμα να ερωτευτεί όπως όλοι οι άνθρωποι, ακόμα κι όταν παραμελείται. Ο Μενέλαος μπορεί να βαστάει τις παλλακίδες του και να βιάζει όποια θέλει στους πολέμους στους οποίους συμμετέχει, αλλά η Ελένη πρέπει να είναι σωστή σύζυγος. Η προσφορά της Ελένης στο έργο είναι ότι στους μεν άντρες δείχνει ότι πρέπει να φροντίζουν να διατηρούν τον έρωτα, γιατί ποτέ δε θα μπορούν να προβλέψουν τίποτε. Στις δε γυναίκες ότι ακόμα και σε αυτήν τη θεοσκότεινη κοινωνία πρέπει ν’ απαιτούν από τους άντρες την προσήλωση ερωτευμένου και στην αντίθετη περίπτωση να τολμούν. Τόλμησε η Ελένη και μπορεί να μη δικαιώθηκε, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι η κάθε Ελένη δε θα δικαιώνεται.
Στον αντίποδα αυτής της σχέσης Μενελάου κι Ελένης είναι η σχέση Οδυσσέα και Πηνελόπης. Ο τέλειος έρωτας. Μπορεί να ενώνονται με τα συζυγικά δεσμά, αλλά σε καμία περίπτωση αυτά δεν αντικαθιστούν την ερωτική προσήλωση. Η αιώνια αγάπη. Και οι δύο αρνούνται τα πάντα για τον έρωτά τους. Αν ο άντρας ονειρεύεται δόξες, πλούτη και προπαντός ως θνητός αθανασία, ο Οδυσσέας τα αρνείται για τον έρωτά του, για την αγάπη του. Θα ήταν αδικία, αυτός ο έρωτας να μην έφτανε στη λύτρωσή του. Λύτρωση γι’ αυτούς ήταν να ζήσουν και να γεράσουν μαζί.
Όλα αυτά αποκαλύπτουν τι συμβαίνει στις σχέσεις των ανθρώπων και πώς αυτές οι σχέσεις επηρεάζονται από την ύπαρξη του θεσμού τού γάμου. Όταν κάποιος άνθρωπος ζει σε μία κοινωνία, όπου υπάρχει ο νόμιμος γάμος, πιστεύει ότι πάντα αυτός είναι κι ο μόνος δρόμος που εξασφαλίζει τη διατήρηση μίας σχέσης. Η μη προσαρμογή φαίνεται σαν να είναι πρόβλημα των ανθρώπων και όχι του θεσμού. Τα Έπη προσφέρουν τη γνώση του έρωτα που δεν μπορεί να κλειστεί μέσα σε θεσμούς και όταν υπάρχει δένει τους ανθρώπους τόσο πολύ, που ο οποιοσδήποτε θεσμός φαίνεται αστεία υπόθεση. Καμία συζυγική υποχρέωση δεν είναι δυσβάσταχτη για τον Οδυσσέα. Ο ίδιος είναι διατεθειμένος να κάνει πράγματα για τα οποία, αν υπήρχε θεσμός να τα επιβάλλει στους ανθρώπους, θα έκαναν επανάσταση. Οι Έλληνες ζηλεύουν τον Οδυσσέα, που έχει μία γυναίκα που του ανήκει, όπως και της ανήκει ψυχή τε και σώματι. Δεν είναι δύο σάρκες, είναι μία. Αυτό λέει ο Χριστός, αυτό ισχύει σ’ αυτήν την περίπτωση. Ο Μενέλαος και η Ελένη είναι δύο σάρκες και, αν τους δοθεί ευκαιρία, το αποδεικνύουν.
Τελευταίο αφήσαμε ίσως το πιο σημαντικό πράγμα που μπορεί κάποιος να πάρει από την Οδύσσεια. Αν ο έρωτας, σύμφωνα με τον Πάρη, είναι το μυστικό της Θέωσης και της τελειότητας, αυτό που είναι το πιο σημαντικό, είναι η ίδια η ζωή. Αυτό το δώρο που λέγεται ζωή και δίνεται από το Θεό σ’ όλους τους ανθρώπους. Δεν υπάρχει δόξα ούτε μεγαλείο που να μπορούν να συγκριθούν με τη ζωή. Φτωχοί, πλούσιοι, ελεύθεροι, δούλοι, παίρνουν ακριβώς το ίδιο δώρο από το Θεό. Δεν υπάρχουν εκλεκτοί, δεν υπάρχουν εξαιρέσεις. Ο Θεός Πατέρας δημιούργησε τα πάντα για τον υιό Του τον άνθρωπο και του έδωσε τη ζωή. Αν αυτός την υποτιμά και βλέπει αδικία σ’ ασήμαντα πράγματα, δε φταίει ο Θεός, φταίει ο άνθρωπος. Διά στόματος Αχιλλέα οι άνθρωποι μαθαίνουν ότι ακόμα και η ζωή τού σκλάβου είναι πιο πολύτιμη απ’ όλες τις δόξες και τα μεγαλεία. Η βασιλεία στον κόσμο των νεκρών δεν έχει καμία αξία. Αν η θυσία του Αχιλλέα πρόσφερε στους Αχαιούς την Τροία, αυτοί οι λόγοι του δώσανε ελπίδα και χαρά σ’ όλους του ανθρώπους. Ο ύμνος της ζωής από τον Αχιλλέα είναι μέσα σε δύο σειρές. [...]
Απόσπασμα από το τρίτομο έργο: «ΥΔΡΟΧΟΟΣ»
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου